Ενδομητρίωση

Τι είναι η ενδομητρίωση

Ως ενδομητρίωση ορίζεται η παρουσία του ιστού ( ενδομήτριο ) που φυσιολογικά καλύπτει εσωτερικά την κοιλότητα της μήτρας σε θέσεις έξω από αυτή. Συχνότερα ενδομητρίωση εμφανίζεται στις ωοθήκες, τις σάλπιγγες, και το περιτόναιο (τη μεμβράνη που καλύπτει τα όργανα της πυέλου). Πιο σπάνια, ενδομητρίωση μπορεί να βρεθεί στους συνδέσμους της μήτρας, στο έντερο, στην ουροδόχο κύστη, στην τομή χειρουργικών επεμβάσεων στην κοιλιακή χώρα ή σε απομακρυσμένες τοποθεσίες, όπως τον πνεύμονα. Τέλος η παρουσία ενδομητρικού ιστού εντός του μυϊκού τοιχώματος της μήτρας αποτελεί μια ιδιαίτερη μορφή ενδομητρίωσης που καλείται αδενομύωση. Περίπου 1 στις 10 γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας έχουν κάποιο βαθμό ενδομητρίωσης και τα συμπτώματα παρουσιάζονται κυρίως στην ηλικία των 25 – 40 ετών.

Που οφείλεται η ενδομητρίωση;

Υπάρχουν πολλές θεωρίες σχετικά με την έκτοπη ανάπτυξη ενδομητρικού ιστού και την δημιουργία ενδομητρίωσης όμως η ακριβής αιτία παραμένει άγνωστη. Η επικρατέστερη θεωρία ανάπτυξης ενδομητρίωσης είναι η παλίνδρομη ροή κατά την εμμηνορυσία της γυναίκας δια μέσου των σαλπίγγων και η μεταφορά κυττάρων τόσο του στρώματος όσο και των αδένων του ενδομητρίου στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Τα κύτταρα αυτά είναι λειτουργικά και έχουν την ικανότητα εμφύτευσης σε έκτοπες θέσεις, στα τοιχώματα της πυέλου και την επιφάνεια των οργάνων, όπου αναπτύσσονται και συνεχίζουν να αιμορραγούν σε κάθε έμμηνο ρύση σχηματίζοντας εστίες ή οζίδια. Στη συνέχεια προκαλείται φλεγμονή στους γύρω ιστούς, και τελικά σχηματίζονται ουλές και συμφύσεις που προκαλούν την συγκόλληση των ενδοκοιλιακών οργάνων μεταξύ τους. Όταν η ενδομητρίωση αφορά τις ωοθήκες, σχηματίζονται κύστεις που καλούνται ενδομητριωσικές ή σοκολατοειδείς λόγω του παχύρρευστου καφεοειδούς υγρού που περιέχουν. Άλλες θεωρίες σχετικά με την αιτιοπαθογένεια της ενδομητρίωσης είναι η μεταστροφή περιτοναϊκών κυττάρων από κάποιες ορμόνες ή ανοσολογικούς παράγοντες σε κύτταρα ενδομητρίουη μετακίνηση ενδομητρικών κυττάρων μετά από χειρουργεία όπως καισαρική τομή ή εκπυρήνιση ινομυωμάτων με διάνοιξη της ενδομητρικής κοιλότητας και η εμφύτευσή τους σε ιστούς εκτός μήτρας και η μεταφορά ενδομητρικών κυττάρων μέσω αιμοφόρων αγγείων και του λεμφικού συστήματος σε άλλα απομακρυσμένα σημεία του σώματος. Τέλος υπάρχει και η θεωρία ανάπτυξης ενδομητρίωσης που σχετίζεται με γενετικούς παράγοντες και την κληρονομικότητα.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης

Η διάγνωση της ενδομητρίωσης θεωρείται πιθανή όταν η γυναίκα αναφέρει συμπτώματα όπως :

  • Πόνο κατά τη διάρκεια της περιόδου ( Δυσμηνόρροια ) Παρότι πολλές γυναίκες βιώνουν πόνο στις πρώτες ημέρες της περιόδου τους, οι γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση περιγράφουν τυπικά την περίοδό τους πολύ χειρότερη από το συνηθισμένο. Η επιδείνωση του άλγους με την πάροδο των ετών και η έναρξή του 2-3 ημέρες πριν αδιαθετήσουν θέτει σοβαρή υπόνοια για την ύπαρξη ενδομητρίωσης στις γυναίκες αυτές.
  • Πόνο κατά την σεξουαλική επαφή ( Δυσπαρεύνεια )
  • Χρόνιο πυελικό και κοιλιακό άλγος που δεν σχετίζεται με την περίοδο
  • Υπογονιμότητα
  • Πόνος στην ούρηση ( Δυσουρία )
  • Αιματουρία
  • Πόνος στην κένωση ( Δυσχεσία )
  • Διάρροια ή δυσκοιλιότητα
  • Αιμορραγία από το ορθό

 

Πως γίνεται η διάγνωση της ενδομητρίωσης;

Η διάγνωση της ενδομητρίωσης γίνεται μόνο μετά την εντόπιση, εξαίρεση και ιστολογική εξέταση ύποπτων περιοχών στη διάρκεια χειρουργικής επέμβασης (συνήθως λαπαροσκόπηση). Η πραγματοποίηση χειρουργικής επέμβασης είναι ο μόνος ασφαλής τρόπος τόσο για τη διάγνωση, όσο και για την εκτίμηση της ακριβής έκτασης της νόσου. Η ενδομητρίωση μπορεί να εμφανισθεί ως κόκκινες, καφέ ή λευκές εστίες στην πύελο, ενώ αρκετά συχνά μπορεί να αναπτυχθούν ενδομητριωσικές (σοκολατοειδείς) κύστεις στις ωοθήκες ή εκτεταμένες συμφύσεις. Ισχυρή υποψία ύπαρξης ενδομητρίωσης τίθεται από: 1. Ιστορικό: Παρουσία δυσμηνόρροιας, δυσπαρεύνιας, χρόνιου πυελικού άλγους, υπογονιμότητας, συμπτωμάτων από το ουροποιητικό ή το έντερο. 2. Γυναικολογική εξέταση: Πόνος κατά τη γυναικολογική εξέταση, ψηλάφηση επώδυνων οζιδίων ή εξαρτηματικών όγκων. 3. Απεικονιστικές μέθοδοι:

    • Διακολπικό Υπερηχογράφημα: η παρουσία ωοθηκικού ενδομητριώματος (σοκολατοειδής κύστη ωοθήκης).
    • Μαγνητική Τομογραφία (MRI) κάτω Κοιλίας.
    • Βιοχημικοί δείκτες: Μέτρηση του CA-125 μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση. Το καρκινικό αντιγόνο Ca-125 μπορεί να βρεθεί αυξημένο στην ενδομητρίωση, χωρίς να σημαίνει ότι η ύπαρξη φυσιολογικών τιμών αποκλείει τη διάγνωση. Επίσης για την αξιολόγησή του πρέπει η εξέταση να διενεργηθεί εκτός περιόδου (περίπου την 21η μέρα του κύκλου).

Ποια είναι η θεραπεία της ενδομητρίωσης;

Οριστική θεραπεία για την ενδομητρίωση δεν υπάρχει. Η θεραπεία της ενδομητρίωσης έχει ως στόχο την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων που σχετίζονται με αυτή και για τα οποία απευθύνεται η γυναίκα στον γιατρό της (πόνος – υπογονιμότητα) και μπορεί να γίνει με συντηρητική (φαρμακευτική) αγωγή ή και χειρουργικά.

1. Φαρμακευτική θεραπεία

  • Από του στόματος αντισυλληπτικά: Η χρησιμοποίησή τους έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της δυσμηνόρροιας, της δυσπαρεύνιας, του χρόνιου πυελικού άλγους και της απώλειας αίματος στη διάρκεια της περιόδου. Ωστόσο δεν επιτυγχάνεται πλήρης εξάλειψη των συμπτωμάτων και δεν είναι κατάλληλη αγωγή για γυναίκες που επιθυμούν άμεσα εγκυμοσύνη.
  • Προγεσταγόνα: Η προγεστερόνη καταστέλλει την ανάπτυξη του ενδομητρίου τόσο εντός της μήτρας, όσο και εκτός. Δεν συστήνεται σε γυναίκες που επιθυμούν άμεσα εγκυμοσύνη.
  • Ενδομήτριο σπείραμα λεβονοργεστρέλης (Mirena)
  • GnRH ανάλογα: Η θεραπεία αυτή καταστέλλει τελείως την παραγωγή οιστρογόνων οδηγώντας σε μία κατάσταση τεχνητής εμμηνόπαυσης. Αντιμετωπίζονται έτσι τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης, αλλά οι ανεπιθύμητες ενέργειες (όπως η απώλεια οστικής μάζας) είναι ιδιαίτερα σημαντικές και καθιστούν απαγορευτική την μακροχρόνια χρήση.
  • Αναλγητικά: (μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη). 

2. Χειρουργική Θεραπεία. Η ενδομητρίωση μπορεί να αντιμετωπισθεί χειρουργικά με την αφαίρεση ή την εξάχνωση των βλαβών, την λύση των συμφύσεων, την αφαίρεση ενδομητριωμάτων (κύστεων ≥3cm) και την αποκατάσταση της ανατομίας της πυέλου τις περισσότερες φορές με λαπαροσκόπηση. Αυτό παρέχει υποχώρηση των συμπτωμάτων και βελτίωση της γονιμότητας έως και 70%. Μπορεί βέβαια να απαιτηθεί μεγαλύτερης έκτασης επέμβαση και να χρειαστεί λαπαροτομία. Σαν ύστατη επιλογή σε γυναίκες που έχουν ολοκληρώσει τον οικογενειακό τους προγραμματισμό προσφέρεται η επιλογή Ολικής Υστερεκτομής με Αμφοτερόπλευρη Εξαρτηματεκτομή (σάλπιγγες, ωοθήκες).
Δυστυχώς σε ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό , έως και 40% ,η ενδομητρίωση υποτροπιάζει μέσα στα επόμενα 5 έτη από την αρχική θεραπεία.

3. Θεραπεία υπογονιμότητας. Σε περίπτωση που το βασικό πρόβλημα της γυναίκας είναι η υπογονιμότητα και είτε επιθυμεί να αποφύγει το χειρουργείο είτε η επέμβαση που έγινε δεν βοήθησε στην επίτευξη φυσικής-αυτόματης σύλληψης, η λύση είναι η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με εξωσωματική (IVF) με υψηλά ποσοστά επιτυχίας.